Tuesday, June 27, 2006

Περί εκσυγχρονισμού παλαιόν ...








Kennedy School of Government
Harvard University
Case Program

Σκούφης Αλογογιώργος

Ήταν οκτώ παρά τέταρτο το πρωί της 28ης Σεπτεμβρίου του έτους 2002. 0 καθηγητής Σκούφης Αλογογιώργος είχε φθάσει νωρίς στο γραφείο του στο κτίριο του Ελληνικού τμήματος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών. Σε λίγες μέρες ο γιος του Σπύρος θα έφευγε για να σπουδάσει κι αυτός οικονομικά στην Αγγλία. Σίγουρα θα γινόταν καλύτερος οικονομολόγος από τον ίδιο. Μετά όμως τί ; Τρεισήμισυ χιλιάδες υποψήφιοι, όλοι με διδακτορικό στην οικονομική, διεκδικούσαν τις δύο προκηρυγμένες θέσεις συμβούλων παρά τη διοικήσει του Ελληνικού τμήματος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών. Ο Σπύρος βέβαια είχε ακόμα τα χρόνια των σπουδών μπροστά του. Όμως, ο Σκούφης Αλογογιώργος σκεπτόταν μήπως ήταν πια καιρός να χαλαρώσει κάπως η πολιτική της Ορθολογικής Αυταπάρνησης που η Ελληνική κυβέρνηση ακολουθούσε, με μιά χωρίς Ελληνικό προηγούμενο συνέπεια, τα τελευταία επτά χρόνια.

Ο Σκούφης Αλογογιώργος έστρεψε γιά λίγο τη σκέψη του στο παρελθόν. Τι σύμπτωση, αλήθεια! Σήμερα ήταν η ογδόη επέτειος της ομιλίας από την οποία άρχισαν όλα. Της ομιλίας του Μάνου Στεφάνου στο Intercontinental. Από την πανηγυρική αυτή αρχή, το Ε21, το κόμμα που ίδρυσε ο Μάνος Στεφάνου μαζί με πολλά διακεκριμένα στελέχη του κόσμου των επιχειρήσεων έφθασε στις υψηλότερες βαθμίδες της εξουσίας

Στις εκλογές του 1995 ο παλαιοκομματισμός δεν μπόρεσε να αντισταθεί. Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες αγανάκτησαν με τις πρόωρες εκλογές στις οποίες τους οδήγησε η ανευθυνότητα των παλαιών κομμάτων. Το Ε21 (την ονομασία εμπνεύσθηκαν οι ιδρυτές του από την ονομασία του ολλανδικού κόμματος D66), ήλθε θριαμβευτικά στην εξουσία με το σύνθημα που ο Μάνος Στεφάνου είχε αρθρώσει για πρώτη φορά στην ομιλία του της 28ης Σεπτεμβρίου 1994: Αυταπάρνηση. Ο Μάνος Στεφάνου έγινε πρωθυπουργός και τοποθέτησε αμέσως τον Σκούφη Αλογογιώργο επικεφαλής της Τραπέζης της Ελλάδος.

Πόσα δεν άλλαξαν μέσα σε επτά χρόνια! Με ανεξάρτητη πια την Τράπεζα της Ελλάδος ο πληθωρισμός κατέβηκε στο μηδέν. Το δημόσιο χρέος το ίδιο. Ο κρατικός προϋπολογισμός παρέμεινε ισοσκελισμένος και απορροφούσε πλέον μόνο το 5% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος.

Πώς κατορθώθηκαν όλα αυτά; Πολύ απλά η αυταπάρνηση, η ορθολογική αυταπάρνηση, ήταν μια ιδέα που η ώρα της είχε φτάσει. Όπως είχε σωστά προβλέψει με το ένστικτό του ο Μάνος Στεφάνου στην ομιλία του της 28ης Σεπτεμβρίου 1994, το σύνδρομο του αδιέξοδου άκρατου καταναλωτισμού κατανικήθηκε ολοκληρωτικά. Ολόκληρες κοινωνικές ομάδες προσφέρθηκαν εθελοντικά να θυσιασθούν για να πάει ο τόπος μπροστά, για να γίνει, επιτέλους, Ευρώπη.

Για παράδειγμα, πολλοί επιτυχημένοι επιχειρηματίες παράτησαν τις δουλειές τους, όπου κέρδιζαν αρκετά εκατομμύρια κάθε μήνα, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα κοινά. Πολλοί στερήθηκαν την νυκτερινή τους έξοδο επειδή η Βουλή συνεδρίαζε απόγευμα και βράδυ. Απολάμβαναν όμως κάθε πρωί το μπάνιο στην πισίνα του σπιτιού τους. Τυπικό παράδειγμα ο κ. Βλάχος Χαραλαμπούτσικος, ο οποίος άφησε το γραφείο του παροχής συμβουλών για θέματα των πρώην κομμουνιστικών χωρών και έγινε υφυπουργός για θέματα εξωτερικών οικονομικών σχέσεων στην κυβέρνηση Στεφάνου.

Τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα άλλαξαν στάση και συμφώνησαν να απολυθούν τα τέσσερα πέμπτα των υπαλλήλων του δημοσίου, αφού, έτσι κι αλλιώς, δεν πρόσφεραν καμμία υπηρεσία. Παράλληλα οι μισθοί αυξήθηκαν γενναία και ανήλθαν στο επίπεδο του μέσου μισθού ενός δημοσίου υπαλλήλου στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (250.000 δραχμές τον μήνα σε τιμές 1994 που, χάρη στον αποπληθωρισμό, δεν διέφεραν σχεδόν καθόλου από τις τρέχουσες τιμές του 2002).

Τι καλύτερο δείγμα από αυτό των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων για να αποδειχθεί ότι η χώρα είχε φθάσει την πραγματική σύγκλιση; Και άλλα μεγέθη της Ελληνικής οικονομίας είχαν πλέον συγκλίνει στα αντίστοιχα Ευρωπαϊκά επίπεδα, όπως, για παράδειγμα, η ανεργία. Βέβαια το τρέχον ποσοστό ανεργίας, 20% για το 2002, δεν αντικατόπτριζε πλήρως το συνολικό πρόβλημα της ανεργίας. Και τούτο γιατί και οι δείκτες συμμετοχής του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό είχαν πέσει πολύ τα τελευταία χρόνια, Φυσικό ήταν, σκέφθηκε ο Σκούφης Αλογογιώργος, μια και η Ελλάδα είχε και πάντα θα είχε μιαν ιδιαιτερότητα.

Ο Μάνος Στεφάνου, ερχόμενος στην εξουσία, εκτός από τα οικονομικά, είχε δώσει προσοχή και σε ένα ακόμα τομέα, στην εξωτερική πολιτική. Οι δύο αυτοί τομείς, άλλωστε, τον ενδιέφεραν ιδιαίτερα, ήδη από την εποχή της ομιλίας του της 28ης Σεπτεμβρίου 1994 στο Intercontinental. Το πρόγραμμά του στα εξωτερικά ήταν ξεκάθαρο. Κατά την διάρκεια ενός επιμορφωτικού εξαμήνου που πέρασε στο Institute of Politics της Kennedy School of Government του Harvard University, ο Μάνος Στεφάνου είχε συναντήσει πολλούς ειδικούς επιστήμονες, εμπειρογνώμονες της Αμερικανικής και της διεθνούς οικονομικής πολιτικής. Όπως, για παράδειγμα, τον Richard Haass, για τον οποίο βέβαια οι φοιτητές του της τάξεως του 1987-89 είχαν αποφανθεί απρόκλητα και αβίαστα ότι ήταν «πολύ μαλάκας» (what a wanker). 'H άλλους που είχαν εισηγηθεί και επιβάλει στην Αμερικανική πολιτική ηγεσία την ενίσχυση του Σάχη στο Ιράν, του Σαντάμ Χουσσεΐν στο Ιράκ και της σημερινής Ισλαμικής Δημοκρατίας της Τουρκίας στην Εγγύς και Μέση Ανατολή.

Από τις συζητήσεις του με τους εμπειρογνώμονες αυτούς ο Μάνος Στεφάνου κατάλαβε καλά ότι η Ελλάδα έπρεπε να πάψει να αποτελεί μέρος του προβλήματος των Βαλκανίων και να γίνει μέρος της λύσεως. Άλλωστε, από την εποχή της ομιλίας του της 28ης Σεπτεμβρίου 1994 είχε διακηρύξει ότι η Ελλάδα έπρεπε να αδράξει την ιστορική ευκαιρία που της πρόσφερε η κατάρρευση του κομμουνισμού για να βοηθήσει τους γείτονές της. Στο νου του είχε κάτι σαν Βαλκανικό σχέδιο Μάρσαλλ.

Όπως ο Μάνος Στεφάνου έμαθε στο Kennedy School, η επιτυχία του σχεδίου Μάρσαλλ στηρίχθηκε κύρια σε ένα μόνο σημείο. Στο ότι, δηλαδή, οι ευεργέτες Αμερικανοί έλαβαν πραγματικά και σοβαρά υπ’ όψιν τους στις επιλογές τους τις προτιμήσεις των ευεργετουμένων Ευρωπαίων και δεν πήγαν να τους σώσουν όπως αυτοί, οι Αμερικανοί, ήξεραν.

Σε μία σειρά διασκέψεων με τους ηγέτες των γειτονικών χωρών ο Μάνος Στεφάνου μπόρεσε να προσδιορίσει με ακρίβεια τι θα μπορούσε να κάνει η Ελλάδα για να συμβάλει στην σταθερότητα των γειτόνων της. Ταυτόχρονα ο Μάνος Στεφάνου φρόντισε να επαληθεύσει τα συμπεράσματα των επαφών του με την πολιτική ηγεσία των γειτονικών χωρών με μυστικές σφυγμομετρήσεις στις εν λόγω χώρες (ακόμα ένα πολύτιμο μάθημα που αποκόμισε από το επιμορφωτικό του εξάμηνο στην Kennedy School).

Για να στηρίξει τα γειτονικά καθεστώτα η Ελλάδα εκαλείτο να κάνει βαριές θυσίες. Και τούτο διότι οι προηγούμενες Ελληνικές κυβερνήσεις είχαν υπονομεύσει συστηματικά και με σειρά προκλήσεων τις κυβερνήσεις των γειτονικών κρατών. Βέβαια ούτε ο Ελληνικός ούτε ο διεθνής τύπος είχαν αποκαλύψει τις προκλήσεις αυτές και το μέγεθός τους και, έτσι, ο Ελληνικός λαός βρισκόταν σε άγνοια και απορούσε γιατί οι ξένοι έβριζαν την Ελλάδα χωρίς κανένα λόγο και την καταδίκαζαν χωρίς σοβαρά αποδεικτικά στοιχεία επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια.

Ο Μάνος Στεφάνου δίστασε μπροστά στο μέγεθος των θυσιών που η Ελλάδα έπρεπε να κάνει. Όμως ήδη από την ομιλία του της 28ης Σεπτεμβρίου 1994 είχε ομολογήσει ότι ήταν ξεροκέφαλος και ήξερε ότι αυτή του η ιδιότητα τον οδηγούσε στην ορθή λύση. Η λογική συνηγορούσε με την άποψη να μην απομονωθεί η Ελλάδα. Ο Μάνος Στεφάνου θυμήθηκε την εθνική καταστροφή του1897, όταν η Ελλάδα απομονωμένη κατατροπώθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Και παράλληλα την μόνη πολεμική σύρραξη από την οποία η Ελλάδα και βγήκε νικήτρια και δεν καταστράφηκε : Τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13. Στον Πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο, όλες οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής ήταν αντίθετες στα σχέδια της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, της Σερβίας και του Μαυροβουνίου. Φοβόντουσαν, και δικαιολογημένα, την διατάραξη της Ευρωπαϊκής ισορροπίας που τελικά οδήγησε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στον Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο μόνη σύμμαχος της Ελλάδας ήταν η Σερβία. Ο Μάνος Στεφάνου ήξερε ότι το ίδιο σχεδόν συνέβαινε και το 1995 και δεν έπρεπε πλέον να συνεχισθεί.

Παραχώρησε λοιπόν την Δυτική Θράκη, τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, την Δωδεκάνησο και την Κύπρο στην Τουρκία. Στήριξε έτσι και την μετριοπαθή Τουρκική κυβέρνηση για πέντε ακόμα ολόκληρα χρόνια ενάντια στους ισλαμιστές και έκλεισε τρία (υφαλοκρηπίδα, Θράκη, Κύπρος) κρίσιμα μέτωπα. Ταυτόχρονα, συνήνεσε στην ενοποίηση της Μακεδονίας του Αιγαίου με την Μακεδονία. Για να βοηθήσει την Αλβανική κυβέρνηση, ο Μάνος Στεφάνου παραχώρησε στην Αλβανία την Ήπειρο που έτσι έπαψε να την χωρίζει το αυθαίρετο όριο μεταξύ Βορείου και Νοτίου Ηπείρου που είχε επιβάλει η Κοινωνία των Εθνών το 1914. Η Βουλγαρία, που βρέθηκε, όπως συνήθως, χαμένη στην αρχική μοιρασιά, ικανοποιήθηκε όταν απορρόφησε την Μακεδονία μετά τον ξαφνικό θάνατο του Γκλιγκόρωφ.

Έτσι σήμερα, χάρη στην διορατικότητα του Μάνου Στεφάνου, η Ελλάδα είχε ηγετική θέση στα Βαλκάνια. Τον Ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας που απέβλεπε σε μιαν Ευρώπη χωρίς τεχνητά σύνορα αναγνώριζαν όλα τα διεθνή έγκυρα μέσα ενημέρωσης. Τα Ελληνικά σύνορα στην Μελούνα τα υπεράσπιζε ο κοινός (ιδιωτικοποιημένος) Ευρωπαϊκός στρατός. Έτσι, όσο κι αν ήταν θεμελιωμένες στην ιστορία και την εθνογραφία της Θεσσαλίας, οι εδαφικές διεκδικήσεις των Ρουμάνων δεν υπήρχε περίπτωση να πραγματοποιηθούν.

Την ρεαλιστική και γενναία εξωτερική πολιτική του Μάνου Στεφάνου επικύρωσε με μεγάλη πλειοψηφία στις εκλογές του 1999 ο Ελληνικός λαός, που είχε κυριευθεί κι αυτός από το πνεύμα της ορθολογικής αυταπάρνησης. Όσο για τον Ελληνόφωνο τύπο, αυτός κι αν ήταν διθυραμβικά εγκωμιαστικός

Η εξωτερική πολιτική του Μάνου Στεφάνου είχε ιδιαίτερα ευεργετικές συνέπειες για την οικονομία. Οι αμυντικές δαπάνες μηδενίσθηκαν και καταργήθηκε η στρατιωτική θητεία, ο βαρύς φόρος που εκαλείτο επί τόσα χρόνια να πληρώνει η ανδρική νεολαία της χώρας. Η Ελλάδα συγκέντρωσε τον Ελληνικό πληθυσμό στο ένα τρίτο του χώρου που κάλυπτε αυτός πριν. Η πληθυσμιακή πυκνότητα πλησίασε έτσι τα πρότυπα των ανεπτυγμένων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως της Ολλανδίας, του Βελγίου, της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι πόροι του δεύτερου πακέτου Ντελόρ χρησιμοποιήθηκαν πολύ πιο αποδοτικά και αποτελεσματικά, χωρίς το βαρύ κόστος των επενδύσεων περιφερειακής ανάπτυξης. Η μέση ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα βελτιώθηκε, αφού, τώρα πια, οι λιγνίτες καίγονταν και η βαριά βιομηχανία λειτουργούσε στην Βουλγαρία. Η Ελλάδα, στα σύνορά της τής λαμπρής κλασσικής εποχής, απορρόφησε χωρίς προβλήματα τα τέσσερα εκατομμύρια νέων προσφύγων που δημιούργησε η ρεαλιστική, γενναία, τολμηρή και αποφασιστική εξωτερική πολιτική του Μάνου Στεφάνου.

Και καλά, σκέφθηκε ο Σκούφης Αλογογιώργος, που είχε πιάσει η Ελλάδα τα κριτήρια του Maastricht και, έτσι, ενάμισυ από τα δυόμισυ εκατομμύρια των ανέργων επιδοτούνταν από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και μάλιστα με επιδόματα ανεργίας Βρυξελλών και όχι Αθηνών. Για πολλούς από τους ανέργους αυτούς τα επιδόματα ήταν κατά πολύ υψηλότερα από τον μισθό που θα μπορούσαν ποτέ να ελπίζουν ότι θα κερδίσουν. Και επειδή οι άνεργοι αυτοί, όπως όλοι, βδελύττονταν τον καταναλωτισμό είχαν συγκεντρώσει και σημαντικές αποταμιεύσεις. Ομολογουμένως, σκεπτόταν ο Σκούφης Αλογογιώργος, η Κοινή Ευρωπαϊκή Κοινωνική Πολιτική ήταν κατάκτηση και για την Ευρώπη και για την Ελλάδα.

Δεν φαινόταν όμως να συμφωνούν μ’ αυτό όλοι. Τρεισήμισυ χιλιάδες νέοι είχαν υποβάλει αιτήσεις γιά δύο μόνο Θέσεις εργασίας. Τρεισήμισυ χιλιάδες νέοι, όλοι με διδακτορικό δίπλωμα οικονομικής (τι καλύτερο δείγμα ορθολογικής αυταπάρνησης) είχαν μπει στον κόπο και τα έξοδα να μεταφράσουν στα Αγγλικά (όπως όριζε η προκήρυξη του διαγωνισμού) την διατριβή τους, πολλοί από γλώσσες εξωτικές, όπως η Μακεδονική, η Ουγγρική ή η Ιαπωνική, και τώρα οι υπηρεσίες του Ελληνικού τμήματος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών είχαν ετοιμάσει μια συνοπτική έκθεση πέντε χιλιάδων σελίδων. Ο Σκούφης Αλογογιώργος αναστέναξε βαθιά, σήκωσε τα μανίκια και στρώθηκε στο διάβασμα.



_______________________

Copyright © 2002 by the President and fellows of Harvard College

Monday, June 26, 2006

Αλλά μια και βρέθηκα ...

Περί γλώσσης αειφόρου και άλλου τινός. κερασφόρου

Το Ελληνικό τμήμα της Μεταφραστικής υπηρεσίας των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτών «επλούτισε» την γλώσσα μας την Ελληνική με ένα νέο όνομα επίθετο: ο, η αειφόρος, το αειφόρον, ή μήπως αείφορος ... . [Ο προπαροξύτονος τύπος ηχεί, όπως συνήθως, επί το σλαυϊκώτερον.]

‘Ως τώρα το νέο αυτό επίθετο προσδιορίζει, εξ όσων γνωρίζω, ένα και μόνο όνομα ουσιαστικό, την ανάπτυξη. Αειφόρος (οικονομική) ανάπτυξη είναι ο όρος με τον οποίο οι σοφές κεφαλές που διαφεντεύουν την γλώσσα μας στην Ευρώπη μεταφράζουν τον αγγλικό όρο sustainable development, ο οποίος είναι επίσης αδόκιμος και στην αγγλική γλώσσα. Η ορθή μετάφραση, διατηρήσιμη ανάπτυξη, ηχεί και αυτή βάρβαρα, αλλά τουλάχιστον δεν είναι λανθασμένη. Η κατάληξη «-φόρος» χρησιμοποιείται ως β’ συνθετικό σε σύνθετες λέξεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις περιγράφει με όνομα επίθετο την ενέργεια του ρήματος φέρω, το οποίο στην Νέα Ελληνική γλώσσα μεταφράζεται με τα ρήματα φέρνω και φορώ. Συντίθεται η κατάληξη «-φόρος» και με προθέσεις, για παράδειγμα ανυπόφορος, αδιάφορος, καθώς επίσης και με επιρρήματα, όπως εύφορος. Σε σύνθετες λέξεις με ουσιαστικό, η κατάληξη «-φόρος» χαρακτηρίζει εκείνον που φέρει το α’ συνθετικό: η Μυροφόρος φέρνει μύρα, η Βαϊοφόρος βάϊα, ο Τροπαιοφόρος τρόπαιο, ο Νικηφόρος νίκη, ενώ ο χρυσοφόρος φορεί χρυσά, ο ρασοφόρος ράσα κ.ά.

Η αει-φόρος ανάπτυξη φέρει κάτι αεί, πάντοτε δηλαδή. Τί φέρει όμως; Κάτι μυστικό οπωσδήποτε, το οποίο δεν πέπρωται να το μάθωμε. Τι είδους αειφόρος ανάπτυξη είναι αυτή η οποία πάντοτε κάτι φέρει, αλλά δεν ξέρουμε τι; Το νέο επίθετο λοιπόν δεν προσδιορίζει το ουσιαστικό το οποίο συνοδεύει. Αλλά, νέα επίθετα χρειαζόμαστε μόνον όταν όντως προσδιορίζουν και διευκρινίζουν επαρκώς την έννοια των ουσιαστικών που συνοδεύουν, άλλως ερρέτωσαν.

Επειδή ο λαός και ο τύπος φαίνεται να είναι αδιάφορος, με αποτέλεσμα ο λόγος, προφορικός και γραπτός, να γίνεται μέρα με την ημέρα πιο ανυπόφορος, θα έπρεπε ίσως, για τέτοια γλωσσικά ολισθήματα να επιβάλλεται φόρος, τον οποίο θα εισπράττει ειδικός Έφορος. Για να είναι, βέβαια, ο Έφορος τελεσφόρος, θα έπρεπε ίσως να συνοδεύεται και από κανένα μαγκουροφόρο. αλλά ασφαλώς όχι από οπλοφόρο. Αλλιώς, χωρίς γλωσσική πειθαρχία και την συνακόλουθη διανοητική πειθαρχία, σύντομα θα μας πάρει και θα μας σηκώσει ο Εωσφόρος, ο οποίος, κατά διαβολική (άρα γε;) σύμπτωση, είναι και κερασφόρος. Και αντί για ανάπτυξη αείφορο θα μείνουμε μ’ ένα κέρατο δίφορο.

Ίσως οι «γλωσσοπλάστες» του νέου επιθέτου επικαλεσθούν δικαίωμα ποιητικής αδείας. Αλλά αυτό ανήκει μόνο στους πραγματικούς δημιουργούς σαν τον Μίμη Τραϊφόρο και στον αείμνηστο και πολύ ελευθεριώτερο και στην έμπνευση, και στην έκφραση, και στην γλώσσα Νίκο Τσιφόρο.

Θα ήταν κρίμα όμως να χάσουμε τελείως το νέο επίθετο το οποίο είναι αληθινά πολύ εύηχο. Προτείνω, λοιπόν, γι’ αυτό μία νέα χρήση. Το ρήμα φέρω αμετάβατο σημαίνει υποφέρω. «Ού φέρω καθορώσα Σε επί ξύλου κρεμάμενον» φέρεται να λέγει η Παναγία στον Χριστό σ’ ένα τροπάριο της Μεγάλης Εβδομάδος. Θα έπρεπε ίσως να χρησιμοποιήσουμε το νέο επίθετο αειφόρος για να χαρακτηρίσουμε την αθάνατη γλώσσα μας, που πάντοτε υποφέρει τόσα και τόσα από την τεμπελιά και την ημιμάθειά μας.

Monday, March 27, 2006

Blogger εκ παραδρομής

Εγώ ένα σχόλιο ήθελα να γράψω σε άλλο blog και κατέληξα εδώ !